Τρίτη 10 Αυγούστου 2021

'Ενα απόσπασμα από το in tenebris, εκδόσεις Φιλύρα Της Βάλιας Καραμάνου

 


Της Βάλιας Καραμάνου

Πλησίασε κι άλλο την εξώπορτα πατώντας στις μύτες των ποδιών της κι έστησε το αυτί της για να αφουγκραστεί καλύτερα. Τίποτα απολύτως. Μετά από ένα μικρό διάστημα ατελείωτων δευτερολέπτων που ούτε καν ανέπνεε για να μην κάνει θόρυβο, το πόμολο της πόρτας γύρισε απότομα με δύναμη. Η γυναίκα πετάχτηκε με μια σιγανή κραυγή και έσυρε τον σιδερένιο σύρτη για ν’ ασφαλίσει ακόμα περισσότερο το διαμέρισμα.

Πρώτη φορά στη ζωή της ένιωθε πραγματικό φόβο μετά από δέκα σχεδόν χρόνια που έμενε εκεί. Σαν να ήταν ξένη σ’ έναν αγνώριστο εχθρικό κόσμο. Ακούμπησε την πλάτη της στην πόρτα και περίμενε, περίμενε…. Σιγανά βήματα ακούστηκαν να κατεβαίνουν την σκάλα. Όποιος κι αν ήταν είχε πια φύγει. Η Αγγελική όμως δεν κουνήθηκε από τη θέση της. Λίγη ώρα αργότερα και ενώ κόντευε δέκα το βράδυ ακούστηκαν ξανά χτυπήματα στην πόρτα και η φωνή του Νίκου ζεστή σαν αύρα ξεχείλισε την καρδιά της από ανακούφιση: - Άνοιξε, Αγγελική, εγώ είμαι! Αμέσως χύθηκε προς την πόρτα και για πρώτη φορά έπεσε εκείνη στην αγκαλιά του. - Συγνώμη που σε ανησύχησα, άρχισε να την παρηγορεί εκείνος χαϊδεύοντας τα μακριά της μαλλιά, αλλά έτυχαν τόσα! Τι να σου πρωτοειπώ! Ει, εσύ τρέμεις; Είσαι καλά; Μετά από κάμποσα λεπτά κάθισαν να φάνε μαζί με μάτια γεμάτα λάμψη από το άγνωστο και το αλλόκοτο που ζούσαν . - Αγγελική, είναι μια κόλαση εκεί έξω! άρχισε να διηγείται ο Νίκος. Δεν φαντάζεσαι τι έγινε στο σούπερ μάρκετ. Ήρθαν στα χέρια, κόσμος ποδοπατήθηκε, γυναίκες με παιδιά ξεμαλλιάστηκαν… Έμεινα και γω να βοηθήσω τους τραυματίες. Έξω κάποιοι έκαιγαν καδρόνια μέσα στους κάδους σκουπιδιών. Πήγαμε μια ομάδα αντρών ως το αστυνομικό τμήμα για βοήθεια- οι περισσότεροι έτσι κι αλλιώς έπρεπε να παρουσιαστούν για επιστράτευση- και το βρήκαμε άδειο με τους αστυνομικούς κλειδω-μένους στο κρατητήριο. Κάποιοι είχαν μπουκάρει και τους είχαν αφοπλίσει. Τους βγάλαμε έξω, δυο παλληκαράκια ήταν είκοσι χρόνων και κάτι και τα είχαν παίξει. Έλειπαν και τα όπλα τους…. Εγώ είμαι Άγγλος υπήκοος- διάβασε έναν ξαφνικό τρόμο στα μάτια της- δεν είμαι στρατεύσιμος, μην ανησυχείς! Η Αγγελική τον άκουγε σιωπηλή με αγωνία και ευγνωμοσύνη μαζί που καθόταν ξανά ζωντανός στο τραπέζι της. - Ο αδερφός μου όμως; πετάχτηκε ξανά απότομα, αυτός θα επιστρατευθεί; - Λογικά, ναι, απάντησε ήρεμα ο Νίκος. Ηρέμησε όμως, ο πόλεμος πια δεν είναι μάχη σώμα με σώμα στα χαρακώματα. Υπόθεση λίγων ημερών είναι. Η γυναίκα σώπασε ξανά βυθισμένη σε νέα απελπισία. Δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς, παρά να τον πιστέψει. Το είχε απόλυτη ανάγκη. - Θ’ αγριέψουν κι άλλο τα πράγματα εκεί έξω, θα το δεις, συνέχισε ο Νίκος σοβαρός. Ίσως πρέπει να φύγουμε, έχω βάλει ευτυχώς βενζ- Κάτι πήγε να πει αλλά ένα υπόκωφο κύμα δόνησης σάλεψε το πάτωμα κάτω από τα πόδια τους, διαπέρασε την ραχοκοκαλιά τους και φώλιασε στο κεφάλι τους. Αυτόματα κρατήθηκαν από το τραπέζι μπροστά τους. Τα πιάτα αναπήδησαν και ένα ποτήρι σωριάστηκε κάτω πλημμυρίζοντας τα πάντα με νερό. Ακολούθησαν με την ματιά τους την ροή του ώσπου ν’ ακούσουν την σταγόνα να πέφτει στο πάτωμα και τότε ήρθε ο κρότος, τούτη τη φορά πιο ισχυρός, τρύπησε τα τύμπανά τους, φούσκωσε το στέρνο τους. Κράτησαν την αναπνοή τους χωρίς να πάψουν να κοιτάζουν ο ένας τον άλλον κατάματα αρπαγμένοι από τις άκρες του τραπεζιού ανάμεσά τους. Πέρασαν λίγα δευτερόλεπτα μέσα στον απόηχο της έκρηξης. Ακολούθησε ένα μικρό τσαφ και ξαφνικά όλα βυθίστηκαν στο σκοτάδι. - Κόπηκε το ρεύμα, θα φέρω φακό, άρθρωσε με τρεμάμενη φωνή η Αγγελική. Ό,τι φοβόντουσαν περισσότερο τελικά είχε συμβεί. Βρέθηκαν στο σκοτάδι καθισμένοι ξανά στον καναπέ για άλλο ένα βράδυ χωρίς ρεύμα ν’ ακούν απ’ έξω να εναλλάσσεται η ησυχία με τα ουρλιαχτά και τα τζάμια που έσπαζαν. Δεν ήξεραν ποιο από τα δύο ήταν πιο εφιαλτικό… Τα πλιάτσικα είχαν ήδη αρχίσει χωρίς να έχει προλάβει να κλείσει ένα εικοσιτετράωρο από την εχθρική εισβολή. Η δε διακοπή του ηλεκτρικού ρεύματος είχε κάνει τα πράγματα ακόμα πιο απελπιστικά. Η μυρωδιά του καπνού κατέκλυσε για άλλη μια φορά πνιγηρά το μικρό δυάρι. Ένας Θεός γνώριζε πως ήταν τα πράγματα εκεί έξω, σίγουρα χειρότερα από την προηγούμενη μέρα. Η έκρηξη φάνηκε ακόμα πιο ισχυρή και δεν άφηνε πλέον αμφιβολίες: οι βομβαρδισμοί κάποιων καίριων σημείων ήταν πλέον γεγονός. - Αγγελική, πρέπει να φύγουμε! ξανάπε ο Νίκος αυτή τη φορά πιο αποφασιστικά. Κόπηκε το ρεύμα, αν κοπεί και το νερό θα πεθάνουμε εδώ. Όλα θα λεηλατηθούν, τίποτα δεν θα μείνει όρθιο. Δεν έχουμε πια σπίτι, είμαστε ξένοι…

ένα απόσπασμα από το in tenebris, εκδόσεις Φιλύρα

Της Βάλιας Καραμάνου




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου