Πέμπτη 2 Σεπτεμβρίου 2021

"Enter " από την συγγραφέα Βάλια Καραμάνου



Αγαπητοί συμπολίτες! 

Πήρε τον λόγο με στόμφο ο Δήμαρχος καθαρίζοντας τον λαιμό του. Επανέλαβε την προσφώνηση άλλη μια φορά, καθώς η χαρούμενη βαβούρα του κόσμου κάτω από το βήμα χρειάστηκε λίγη επιπλέον ώρα για να κοπάσει. - Γνωρίζω καλά πως η οικονομική κρίση μας έχει επηρεάσει όλους, συνέχισε με βροντερή φωνή ο Μάνος, μας έχει κάνει αγχώδεις και

καχύποπτους προς τον συνάνθρωπό μας. Η ανασφάλεια είναι ο χειρότερος εχθρός μας, αλλά να ξέρετε πως ένας ήταν, είναι και θα είναι ο στόχος και το όνειρο μου γι’ αυτόν τον Δήμο: ν’ ανθίσει και να ακμάσει ό-πως παλιά! Δεσμεύομαι για την νέα χρονιά λοιπόν, μπλα, μπλα, μπλα…. Η Φωτεινή δεν είχε πάρει το βλέμμα της από την τρυφερή γεμάτη θαυμασμό ματιά της Ιουλίας προς τον άντρα της. Πιο πολύ όμως απορούσε με τον εαυτό της που ζήλευε τόσο πολύ, τι διάβολο, ήξερε πως ήταν

παντρεμένος εξαρχής! Ένα φλερτ είχε με τον Μάνο και μια σεξουαλική έλξη –κυρίως από την πλευρά του- που από «αθώα» κρυφά αγγίγματα και ματιές κατέληγε να εκτονώνεται στα σεντόνια του γειτονικού ξενοδοχείου. Τι περίμενε τέλος πάντων να βγει από όλη αυτήν την ιστορία; Η λογική της απαντούσε ξερά «τίποτα», η καρδιά της όμως αναπάντεχα ήλπιζε και επαναστατούσε. - Σύμβολό μας το φετινό δέντρο, συνόψισε ο Μάνος μετά από νεύμα του αντιδημάρχου (ο κόσμος κρύωνε!), ψηλό ως τον χριστουγεννιάτικο ουρανό γεμάτο στολίδια. Σαν την ανοδική πορεία του Δήμου μας κόντρα στην εποχή, μπλα, μπλα, μπλα... Με ένα νεύμα του έκλεισαν όλα τα φώτα του προαυλίου και του δρόμου. - Και τώρα η στιγμή που όλοι περιμέναμε… η στιγμή της λάμψης….- ο Μάνος έγνεψε προς τον Ηλία που κρατούσε τον διακόπτη από τα φωτάκια του δέντρου- η στιγμή που το χριστουγεννιάτικο φως θα λάμψει στις καρδιές μας! «Τι στον κόρακα, κάνει αυτός ο τρελόγερος;» αναρωτήθηκε ενδόμυχα ο Δήμαρχος βλέποντας τον γέρο να πατάει μάταια τον διακόπτη ανασηκώνοντας τους ώμους του με απορία που δεν άναβε τίποτα. - Στις καρδιές μας λέω! επανέλαβε μηχανικά ο άντρας, ενώ όλοι πια κοιτούσαν με ανυπομονησία το σβηστό δέντρο. Θα ανάψει το φως των γιορτών λοιπόν- «κάποια στιγμή ίσως» συμπλήρωσε μέσα του. Ο Ηλίας σήκωσε τα χέρια του κάνοντας νόημα πως δεν λειτουργεί ο διακόπτης, ενώ ο Μάνος ένιωσε την πίεσή του ν’ ανεβαίνει στα ύψη. - Γιατί δεν ανάβει; Συμβαίνει κάτι; μουρμούριζε το πλήθος απορημένο. Πέρασαν μερικά λεπτά ενώ η συγκέντρωση παρέμενε βουτηγμένη στο βαθύ σκοτάδι. Τα παιδιά ανήσυχα έσφιξαν τα χέρια των γονιών τους. Μόνο η αυτοσχέδια φωτιά των προσκόπων σκορπούσε λίγο φως ολόγυρα ανακατεμένο με σκιές. Η μουσική σώπασε και όλοι κρατούσαν την ανάσα τους με το βλέμμα καθηλωμένο στο σκοτεινό δέντρο. - Να, άναψαν! φώναξε χαρωπά ένα παιδί και όλοι μισόκλεισαν τα μάτια στην προσπάθειά τους να διακρίνουν καλύτερα. Πράγματι, μέσα στο πηχτό σκοτάδι δυο μικρά κόκκινα φωτάκια άναψαν ξαφνικά στην αριστερή πλευρά του δέντρου χαμηλά. Να! Κι άλλα δύο πιο πάνω κι άλλο ένα ζευγάρι αριστερά κι άλλα, ακόμα πιο πολλά πιο ψηλά. Αλίμονο όμως, τούτα εδώ δεν ήταν φώτα τελικά. Ήταν κάτι άλλο αλλόκοτο και φρικτό. Ο κόσμος κρατώντας την ανάσα του προσπαθούσε να καταλάβει τι γινόταν όταν ένα υποχθόνιο γρύλισμα αντήχησε δίπλα τους. Τα παιδιά ούρλιαξαν κολλώντας πάνω στις μανάδες τους και τότε μόνο συνειδητοποίησαν τι ακριβώς αντίκριζαν: πάνω στο πανύψηλο δέντρο δεν κρέμονταν στολίδια αλλά μάτια! Κατακόκκινα μοχθηρά μάτια ζώου ή διαβόλου, δεκάδες ζευγάρια από δαύτα που κατέκλυζαν το δέντρο ως την κορυφή του κοιτάζοντας με πείνα το πλήθος από κάτω…

Enter

Βάλια Καραμάνου

Kitsune, εκδόσεις Φιλύρα 2021 


 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου